Μπάμπης Δερμιτζάκης

Book review, movie criticism

Thursday, April 25, 2024

Cristèles Alves Meira, Ζωντανό πνεύμα (Alma viva, 1922)

 

Cristèles Alves Meira, Ζωντανό πνεύμα (Alma viva, 1922)

 


  Από σήμερα στους κινηματογράφους

  Η ταινία μου θύμισε την «20.000 είδη μελισσών» που μου είπαν ότι θα προβληθεί στις 11 Απριλίου και όμως δεν προβλήθηκε. Και εκεί βλέπουμε ένα κοριτσάκι, σε ένα χωριουδάκι, σε μια γειτονική χώρα, στη χώρα των Βάσκων.

  Το κοριτσάκι εδώ βρίσκεται με τους παππούδες του και τις θείες του επίσης σε ένα χωριουδάκι, αλλά στην Πορτογαλία.

  Θα το πω από τώρα: η ταινία με άφησε αμήχανο.

  Η τάση είναι να εξιδανικεύουμε τη ζωή στην επαρχία συγκρίνοντάς τη με τη ζωή της πόλης, κάτι που έκανε ο προεπαναστατικός ιρανικός κινηματογράφος, και εδώ βλέπω κάτι άλλο. Βλέπουμε μια επαρχία όπου κυριαρχούν οι προλήψεις. Ποτέ στο χωριό μου δεν θυμάμαι να κατηγόρησαν γυναίκα ότι είναι μάγισσα, και εδώ το έχουν πολύ εύκολο, λες και βρίσκονται ακόμη στο μεσαίωνα.

  Πεθαίνει η γιαγιά που θεωρείται μάγισσα, πιθανώς δηλητηριασμένη από το ψάρι μιας γυναίκας. Πιθανώς. Καταλαμβάνει υποτίθεται την ψυχή της εγγονής.

  Δεν μπορεί, αυτή είναι υπεύθυνη για την πυρκαγιά στο δάσος, με αποτέλεσμα να έλθει εντολή να απομακρυνθούν οι κάτοικοι.

  Εν τάξει, οι τσακωμοί για τα έξοδα της κηδείας της γιαγιάς θα μπορούσαν να γίνουν και σε αστικά περιβάλλοντα.

  Συμβαίνουν πράγματι αυτά τα πράγματα στην Πορτογαλία και η σκηνοθέτιδα τα σατιρίζει;

  Στην ταινία βλέπουμε τσακώματα και διαπληκτισμούς, όχι μόνο ενδοοικογενειακούς αλλά και με τους χωριανούς, που δημιουργούν μια ένταση και διεγείρουν το ενδιαφέρον του θεατή. Κάτι ξέρουν οι ιρανοί, να τους φέρουμε πάλι στην κουβέντα, που τόσο στον προεπαναστατικό κινηματογράφο όσο και στον μετεπαναστατικό, βλέπουμε συχνά τέτοιους διαπληκτισμούς. Τους θυμάμαι χαρακτηριστικά σε ταινίες που προβλήθηκαν στην Ελλάδα.

  6,7 είναι η βαθμολογία της στο IMDb, μέτρια θα έλεγα.

 

 

Βασίλης Ραΐσης, Επαγγελματίας υπνοβάτης (2023)

 

Βασίλης Ραΐσης, Επαγγελματίας υπνοβάτης (2023)

 


  Από σήμερα στο Στούντιο

  Ήμουν επιφυλακτικός στο να δω την ταινία, φοβούμενος ότι θα έπεφτα πάλι πάνω σε καμιά ακαταλαβίστικη κουλτουριάρικη όπως το «Wolfman radio», όμως όχι. Είναι μια πολύ καλή κωμωδία που με έκανε και γέλασα αρκετά.

  Ένας μέτριος ποιητής, που ο εκδότης του δεν είναι πρόθυμος να εκδώσει τα καινούρια του ποιήματα, πέφτει θύμα τροχαίου. Δεν μπορεί να περπατήσει, είναι σε καροτσάκι. Όταν κοιμάται απαγγέλει στίχους, που περιέργως ο εκδότης του τους θεωρεί καλούς. Η μητέρα του καλεί φίλες της, λέγοντάς τους ότι με αυτούς τους στίχους προλέγει το μέλλον.

  Με το αζημίωτο.

  Καλή επιχείρηση.

  Όταν αυτός το ανακαλύπτει, στην αρχή τσατίζεται, αλλά μετά του καλαρέσει η ιδέα, και θέλει να την εκμεταλλευτεί ο ίδιος.

  Και αυτό κάνει.

  Δεν έχει νόημα να αφηγηθώ επεισόδια, καλύτερα να τα δείτε βλέποντας την ταινία, που σας τη συνιστώ.

  Εξαιρετική στο ρόλο της μητέρας η Ελένη Γερασιμίδου.

  Το 7,4 που έχει στο IMDb ίσως να μην είναι ενδεικτικό, μια και ψήφισαν μόνο 9 άτομα, αλλά με βρίσκει απόλυτα σύμφωνο.

  Τελικά θα ξαναπερπατήσει;

  Όλοι μου οι φίλοι ξέρουν ότι είμαι τάφος στα μυστικά, αν και τώρα τελευταία είχα προβλήματα με μια φίλη που για να την υπερασπιστώ αναγκάστηκα να πω πράγματα που μου είχε πει. Όμως με τρώει πάντα ο κώλος μου για σπόιλερ, το οποίο, όπως και ο Ποκοπίκο, το κάνω έμμεσα.

  Έτσι θα κάνω και τώρα, αρκεί να συλλογιστείτε πάνω στο frame που βάζω σε αυτή την ανάρτηση.

  Αν και νομίζω είναι περιττό, κωμωδία έχουμε.

Lech Majewski, O μύλος και ο σταυρός (The mill and the cross, 2011)

 

Lech Majewski, O μύλος και ο σταυρός (The mill and the cross, 2011)

 


  Από σήμερα στο Στούντιο

  Σε συζήτηση με το φίλο μου το Γιάννη, αλλά μπορεί να το έχω γράψει κιόλας, έχω πει ότι συγγραφείς και σκηνοθέτες συχνά έχουν θεματικές εμμονές, ενώ όσον αφορά το ύφος τους μετακινούνται πολύ λίγο. Το βλέπω αυτό πολύ χαρακτηριστικά στον πολωνό Λεχ Μαγιέφσκι. 

  Έχει ξανασυμβεί, να προβάλλεται μια προηγούμενη ταινία ενός σκηνοθέτη μετά την επόμενη. Πριν επτά χρόνια προβλήθηκε η «Onirica» (2014) στην Αλκυονίδα και στο Στούντιο, γι’ αυτό θα μιλήσω πρώτα γι’ αυτήν, συγκρίνοντάς την με το «Μύλο και τον σταυρό».

  Στην «Onirica» ο Αδάμ, καθηγητής λογοτεχνίας, σώζεται σε ένα τροχαίο στο οποίο έχασαν τη ζωή τους η φίλη του η Μπάσια και ο καλύτερός του φίλος, ο Καμίλ. Εγκαταλείπει το πανεπιστήμιο και γίνεται πωλητής σε σουπερμάρκετ.

  Τη νύχτα στα όνειρά του βλέπει εικόνες από την Θεία Κωμωδία του Δάντη, κυρίως από τον Παράδεισο, ενώ ακούμε και στίχους απ’ αυτήν.

  Στο «Μύλο και το σταυρό» ο Μαγιέφσκι ξεφορτώνεται το ρεαλιστικό μέρος και πηγαίνει κατευθείαν σ’ αυτό που τον ενδιαφέρει. Όπως στην «Onirica» χρησιμοποιεί τη Θεία Κωμωδία, εδώ χρησιμοποιεί τον πίνακα του Μπρίγκελ «Ο μύλος και ο σταυρός».

  Μια φωτογραφία είναι το πάγωμα μιας στιγμής μιας συνεχούς ροής γεγονότων. Το ίδιο είναι και ένας πίνακας. Στον πίνακα του Μπρίγκελ υπάρχουν ένα σωρό πρόσωπα και σκηνές που με τη δραματοποίησή τους δείχνει το πριν και το μετά τους. Και όλες αυτές τις σκηνές τις μεταφέρει σε ένα πραγματικό χωροχρόνο, στη Φλάντρα το 1564, με τον απηνή διωγμό των αιρετικών από τους κατακτητές ισπανούς.

  Οι σκηνές που βλέπουμε είναι σοκαριστικές, ιδιαίτερα αυτή με την ανάρτηση ενός αιρετικού πάνω σε έναν τροχό στην κορυφή ενός στύλου, όπου τα κοράκια του τρώνε τα μάτια και τις σάρκες. Όπως και να το κάνουμε όμως είναι μια εξαιρετικά πρωτότυπη ταινία που αξίζει να τη δείτε. Το μόνο προηγούμενό της που ξέρω είναι η δραματοποίηση ενός πίνακα του Βαν Γκονγκ σε ένα από τα «Όνειρα» του Κουροσάβα. 

  Η βαθμολογία της στο IMDb είναι 6,9. Εγώ έβαλα 8.